יוונית קלאסית/תורת הצורות/Participles future

מתוך ויקיספר, אוסף הספרים והמדריכים החופשי

Participles -

  1. אקטיבי, מידאלי ופסאיבי.
  2. נוטה לפי מין.
  3. מושפע מהגזע של הפועל


פרק זה לוקה בחסר. אתם מוזמנים לתרום לוויקיספר ולהשלים אותו. ראו פירוט בדף השיחה.



פעלים תמטים[עריכה]

פעיל[עריכה]

λύσων, λύσουσα, λύσον ποιήσων , ποιήσουσα , ποιῆσον τιμήσων , τιμήσουσα , τιμῆσον δηλώσων, δηλώσουσα, δήλωσον διώξων , διώξουσα , δίωξον γράψων , γράψουσα , γράψον νομιῶν ,νομιοῦσα, νομιοῦν πείσων , πείσουσα , πεῖσον φανῶν , φανοῦσα , φανοῦν
מספר יחסה זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי
יחיד nom\voc λύσων λύσουσα λύσον ποιήσων ποιήσουσα ποιῆσον τιμήσων τιμήσουσα τιμῆσον δηλώσων δηλώσουσα δήλωσον διώξων διώξουσα δίωξον γράψων γράψουσα γράψον νομιῶν νομιοῦσα νομιοῦν πείσων πείσουσα πεῖσον φανῶν φανοῦσα φανοῦν
gen
dat
acc
דואל n.a.v.
g.d
רבים n.v.
gen
dat
acc



מדיום[עריכה]

λυσόμενος , λυσομένη , λυσόμενον ποιησόμενος , ποιησομένη , ποιησόμενον τιμησόμενος , τιμησομένη , τιμησόμενον δηλωσόμενος, δηλωσοµένη, δηλωσόµενον διωξόμενος , διωξομένη , διωξόμενον γραψόμενος , γραψομένη , γραψόμενον νομιούμενος, νομιουμένη, νομιούμενον πεισόμενος , πεισομένη , πεισόμενον φανούμενος , φανουμένη , φανούμενον
מספר יחסה זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי
יחיד nom\voc λυσόμενος λυσομένη λυσόμενον ποιησόμενος ποιησομένη ποιησόμενον τιμησόμενος τιμησομένη τιμησόμενον δηλωσόμενος δηλωσοµένη δηλωσόµενον διωξόμενος διωξομένη διωξόμενον γραψόμενος γραψομένη γραψόμενον νομιούμενος νομιουμένη νομιούμενον πεισόμενος πεισομένη πεισόμενον φανούμενος φανουμένη φανούμενον
gen
dat
acc
דואל n.a.v.
g.d
רבים n.v.
gen
dat
acc

סביל[עריכה]

λυθησόμενος , λυθησομένη , λυθησόμενον ποιηθησόμενος , ποιηθησομένη , ποιηθησόμενον τιμηθησόμενος , τιμηθησομένη , τιμηθησόμενον (δηλοόμενος) δηλούμενος, (δηλεομένη) δηλουμένη, (δηλοόμενον) δηλούμενον διωχθησόμενος , διωχθησομένη , διωχθησόμενον γραφησόμενος , γραφησομένη , γραφησόμενον νομισθησόμενος, νομισθησομένη, νομισθησόμενον πεισθησόμενος , πεισθησομένη , πεισθησόμενον φανησόμενος , φανησομένη , φανησόμενον
מספר יחסה זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי
יחיד nom\voc λυθησόμενος λυθησομένη λυθησόμενον ποιηθησόμενος ποιηθησομένη ποιηθησόμενον τιμηθησόμενος τιμηθησομένη τιμηθησόμενον δηλούμενος δηλουμένη δηλούμενον διωχθησόμενος διωχθησομένη διωχθησόμενον γραφησόμενος γραφησομένη γραφησόμενον νομισθησόμενος νομισθησομένη νομισθησόμενον πεισθησόμενος πεισθησομένη πεισθησόμενον φανησόμενος φανησομένη φανησόμενον
gen
dat
acc
דואל n.a.v.
g.d
רבים n.v.
gen
dat
acc

אתמטי[עריכה]

ἵημι

(ἥσων , ἥσουσα , ἧσον)

ἵστημι

(στήσων , στήσουσα , στῆσον)

μι-verb active
δίδωμι (δώσων , δώσουσα , δῶσον)

μι-verb active

δείκνῡμι (δείξων, δείξουσα, δείξον)

מספר יחסה זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי
יחיד nom\voc ἥσων ἥσουσα ἧσον στήσων στήσουσα στῆσον δώσων δώσουσα δῶσον δείξων δείξουσα δείξον
gen
dat
acc
דואל n.a.v.
g.d
רבים n.v.
gen
dat
acc

מדיום[עריכה]

ἡσόμενος , ἡσομένη , ἡσόμενον ἵστημι (στησόμενος , στησομένη , στησόμενον) δίδωμι (δωσόμενος , δωσομένη , δωσόμενον) δείκνῡμι

(δειξόμενος, δειξομένη, δειξόμενον)

מספר יחסה זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי
יחיד nom\voc ἡσόμενος ἡσομένη ἡσόμενον στησόμενος στησομένη στησόμενον δωσόμενος δωσομένη δωσόμενον δειξόμενος δειξομένη δειξόμενον
gen
dat
acc
דואל n.a.v.
g.d
רבים n.v.
gen
dat
acc

סביל[עריכה]

ἑθησόμενος , ἑθησομένη , ἑθησόμενον ἵστημι (σταθησόμενος, σταθησομένη, σταθησόμενον) δίδωμι (δοθησόμενος , δοθησομένη , δοθησόμενον) δείκνῡμι (δειχθησόμενος, δειχθησομένη, δειχθησόμενον)
מספר יחסה זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי זכר נקבה סתמי
יחיד nom\voc ἑθησόμενος ἑθησομένη ἑθησόμενον σταθησόμενος σταθησομένη σταθησόμενον δοθησόμενος δοθησομένη δοθησόμενον δειχθησόμενος δειχθησομένη δειχθησόμενον
gen
dat
acc
דואל n.a.v.
g.d
רבים n.v.
gen
dat
acc

הערות שוליים[עריכה]